23 Φεβ 2008

Τόκιο –Ιαπωνία. Νετ-άστεγοι η Μακ-άστεγοι;


Το κεντρικό πάρκο Shinjuku περιβάλλεται από τα ψηλότερα κτίρια του Τόκιο, όπως το Μητροπολιτικό Κυβερνητικό 1 και 2 και από τα πολυτελή ξενοδοχεία Century Hyatt και Park Hyatt, σύγχρονα δείγματα του πλούτου και της οικονομικής δύναμης της χώρας και της ελίτ που την κυβερνά. Το πάρκο είναι όμως και το «Μπέβερλι Χιλ» εκατοντάδων αστέγων που μένουν σε πλαστικά παραπήγματα από μπλε μουσαμά που περιπαικτικά ονομάζονται «μπλε μέγαρα». Άλλες ομάδες αστέγων δεν έχουν το προνόμιο να κοιμούνται σε τόσο κεντρικό και πλούσιο σημείο της ασιατικής μέγα-πόλης. Αυτοί συγκεντρώνονται σε άλλα πάρκα όπως το Ueno, στις όχθες του Sumida ή στη φτωχογειτονιά Asakusa στην παλιά πόλη στην περιοχή Taito. Όχι λίγες φορές μετακομίζουν κυνηγημένοι από την αστυνομία και τις δημοτικές αρχές για να ξαναγυρίσουν λίγο μετά και περισσότεροι. 


Μόλις στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, δηλαδή στις αρχές του Ενενήντα οι κρατικές αρχές της Ιαπωνίας άρχισαν να μετράνε επίσημα τον αριθμό των αστέγων στο Τόκιο. Και μόλις το 1998, διέθεταν επίσημα στοιχεία για το συνολικό αριθμό των αστέγων σε όλη τη χώρα. Στη χώρα που ηγείται αυτό το εξάμηνο της ομάδας των επτά πλουσιότερων δυτικών χωρών και ετοιμάζεται να φιλοξενήσει στις αρχές του καλοκαιριού τη σύνοδο κορυφής, το φαινόμενο των ανθρώπων που κοιμούνται στα ρείθρα των δρόμων, κάτω από γέφυρες ή στα μεγάλα πάρκα επεκτείνεται με αλματώδεις ρυθμούς τα τελευταία χρόνια σαν αποτέλεσμα της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης και της συνακόλουθης ανεργίας και φτώχειας που παράγει. Για την παραδοσιακή ιαπωνική κοινωνία οι εικόνες των αστέγων που πολλαπλασιάζονται αποτελούν μια ισχυρή γροθιά στο στομάχι, παρά το γεγονός πως οι αριθμοί σε σχέση με άλλες χώρες της Δύσης είναι ακόμη μικροί.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Υγείας και Εργασίας, το 2003 οι άστεγοι στη χώρα ξεπέρασαν τις είκοσι πέντε χιλιάδες, σχεδόν διπλάσιος αριθμός από αυτόν του 1998, από τους οποίους εξίμισι χιλιάδες στο Τόκιο και οκτώ χιλιάδες στην Οσάκα. Με αστικοποίηση που φτάνει στο 80% του συνολικού πληθυσμού η Ιαπωνία βλέπει για πρώτη φορά, ύστερα από τα ένδοξα μεταπολεμικά χρόνια της οικονομικής ανόδου, να επεκτείνεται ραγδαία ο αριθμός των φτωχών που αδυνατούν να διατηρήσουν μια κατοικία ενώ σε αυτούς προστίθενται συνεχώς τμήματα της νεολαίας που δεν μπορούν να βρούνε μια σταθερή απασχόληση. 


Οι νέοι μάλιστα ανακάλυψαν καινούρια σημεία για να περνάνε την νύχτα τους. Δεν πάει πολύς καιρός που τα ιαπωνικά ΜΜΕ ανακάλυψαν με δέος, πως χιλιάδες άστεγοι νέοι και νέες διανυκτερεύουν συστηματικά στα ιντερνετ-καφέ και στις μεγάλες αλυσίδες γρήγορου φαγητού όπως τα γνωστά Μακ-Ντόναλτς. Με χίλια έως δύο χιλιάδες γεν πολλά νετ-καφέ στο Τόκιο νοικιάζουν για ένα βράδυ ένα μικρό θαλαμίσκο που μόλις χωρά έναν υπολογιστή και μια ανακλινόμενη καρέκλα. Ορισμένα μάλιστα με μεγαλύτερη αμοιβή παραχωρούν και τη χρήση μιας ντουζιέρας για την ατομική υγιεινή του άστεγου. Από την άλλη μεριά με λίγες εκατοντάδες γεν, ο άστεγος μπορεί να παραγγείλει ένα καφέ και ένα χάρμπουγκερ, και να λαγοκοιμηθεί όλη τη νύχτα πάνω στα τραπέζια ενός από τα Μακ-Ντόναλτς που λειτουργούν όλο το εικοσιτετράωρο στην πόλη. Σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη του Υπουργείου Υγείας που έγινε σε ογδόντα επτά νετ-καφέ σε όλη τη χώρα, ο αριθμός των νετ-αστέγων, όπως ονομάζονται πλέον, φτάνει κάθε βράδυ τις πέντε χιλιάδες τετρακόσιους ανθρώπους. Την έρευνα επέβαλλε ένα κρούσμα μαζικής φυματίωσης δεκατριών αστέγων νέων το 2005, σε ένα τέτοιο καφέ σε μια γειτονιά του Τόκιο.

* Σύμφωνα με το άρθρο «Οι άστεγοι του Τόκιο στην εποχή της παγκοσμιοποίησης» του Β.Visetpricha, ο μέσος όρος ηλικίας των άστεγων στην ιαπωνική πρωτεύουσα είναι τα εξήντα χρόνια. Οι μισοί από αυτούς είναι πρώην εργάτες οικοδομών, τέσσερις στους δέκα ήταν εργαζόμενοι με πλήρως ωράριο και 3 στους τέσσερις ήταν εργάτες ημέρας χωρίς σταθερή δουλειά πριν βρεθούν στον δρόμο. Τέσσερις στους δέκα κοιμούνται στα πάρκα, δύο στους δέκα στις όχθες ποταμιών, περίπου ίδιο ποσοστό στα ρείθρα των δρόμων και τα πεζοδρόμια και λιγότεροι σε σταθμούς μέσων μαζικής μεταφοράς ή σε άλλα σημεία της νυκτερινής μεγάλης πόλης. Εκπληκτικές φωτογραφίες αστέγων στην Αsaakusa, μπορεί να δει κανείς στην φωτογραφική δουλειά του Marco Silvestri «Το Κρυφό Τόκιο» στην διεύθυνση www.thehiddentokyo.com.

9 Φεβ 2008

Πεκίνο-Ολυμπιακό Στάδιο. Η φωλιά του πουλιού και ο αρχιεργάτης κ. Ζού


Ο Zhou Guoyun ήρθε στο Πεκίνο το 1984 από ένα φτωχό χωριό της επαρχίας Χενάν, της κεντρικής Κίνας. Είναι ένας από τα δεκάδες εκατομμύρια αγροτών που συνέρευσαν στα αστικά κέντρα, σαν εσωτερικοί μετανάστες για να καλύψουν την αυξημένη ζήτηση εργατικών χεριών, ύστερα από το μεγάλο οικονομικό «μπούμ», ειδικά στον τομέα της μεταποίησης. Ο κύριος Zhou, από την αρχή, έπιασε δουλειά στις οικοδομές και στα μεγάλα τεχνικά έργα πρώτα σαν απλός εργάτης και ύστερα σαν αρχιεργάτης. Η εργατικότητα και η συνέπεια του, σε συνδυασμό με την υποτακτικότητα του, τον βοήθησε να δουλεύει πιο καλοπληρωμένα από την πλειοψηφία των συναδέλφων του και να γίνει γνωστός,έτσι ώστε να καταφέρει να δουλέψει στα πιο φημισμένες μεγάλες οικοδομικές κατασκευές στην πρωτεύουσα, ειδικά τα τελευταία χρόνια.

Έτσι ήταν πολύ φυσικό ο κύριος Ζhou, να βρεθεί από τους πρώτους στην κατασκευή του Εθνικού Ολυμπιακού Σταδίου. Το στάδιο που θεμελιώθηκε τον Δεκέμβρη του 2003, πρόκειται να ολοκληρωθεί μέχρι τον ερχόμενο Απρίλη και αποτελεί σύγχρονο αρχιτεκτονικό θαύμα. Φτιαγμένο από σαράντα δύο χιλιάδες τόνους ειδικού χάλυβα, από τους οποίους οι έντεκα χιλιάδες περίπου θα κρέμονται από την οροφή, υπολογίζεται να κοστίσει τρεισήμισι εκατομμύρια γιουάν η αλλιώς τετρακόσια είκοσι τρία εκατομμύρια δολάρια, με σχέδιο του ελβετικού αρχιτεκτονικού γραφείου Herzog & de Meuron, που κάνει την εξωτερική όψη του να μοιάζει με μια γιγάντια φωλιά πουλιού. Το στάδιο, με τριακόσια τριάντα μέτρα μήκος και εξήντα εννέα ύψος θα έχει χωρητικότητα εκατό χιλιάδων θέσεων και εκεί θα γίνουν οι τελετές έναρξης και λήξης των αγώνων καθώς και τα αγωνίσματα του στίβου.

‘Όπως και οι υπόλοιποι εργάτες, οι περισσότεροι εσωτερικοί μετανάστες από την Χενάν και την Σινχουάν έτσι και ο κύριος Zhou, έζησαν όλο αυτόν τον καιρό δίπλα στο εργοτάξιο, σε κοιτώνες, που απέχουν διακόσια μέτρα από αυτό. Για εννιά και δέκα ώρες την ημέρα , δούλεψαν με μισθό οι πιο πολλοί χίλια πεντακόσια γιουάν ( διακόσια δολάρια) τον μήνα, κάτω από ιδιαίτερα δύσκολες και απαιτητικές τεχνικά συνθήκες, με τον χρόνο να τους κυνηγάει. Μόλις πρόσφατα ύστερα από πιεστικά δημοσιεύματα του δυτικού τύπου, που ανέφεραν πως η φωλιά του πουλιού κόστισε δέκα θανάτους εργατών, οι κινεζικές αρχές αναγκάστηκαν απρόθυμα να παραδεχθούν μόνο δύο θανάτους.

Σε αντίθεση με την πλειοψηφία των εσωτερικών μεταναστών-εργατών στα ολυμπιακά έργα, που οι αρχές του Πεκίνου ετοιμάζουν να τους διώξουν από την πόλη, κατά την διάρκεια των αγώνων, ο κύριος Zhou, επιβραβεύτηκε και θα παραμείνει για να γίνει ένας από τους πολλούς λαμπαδηδρόμους που θα μεταφέρουν χέρι με χέρι την ολυμπιακή φλόγα στο στάδιο. Θα εκπροσωπήσει έτσι τους καλότροπους εργάτες που με τον ιδρώτα και το αίμα τους, μερικές φορές, κατασκεύασαν τα εκπληκτικά έργα για τους αγώνες. Ο κύριος Zhou,όταν έμαθε την τιμητική γι αυτόν απόφαση δήλωσε πολύ ευτυχισμένος, υπερήφανος αλλά και βαθιά υποχρεωμένος προς τους κρατικούς αξιωματούχους που τον διάλεξαν. Ούτε τώρα ούτε και την στιγμή που θα πιάνει στο χέρι του την δάδα, δεν θα του περάσει από το μυαλό πως αρκετές δεκαετίες πριν ένας ποιητής είχε γράψει και για την περίπτωση του ένα ποίημα-μνημείο, μεγαλύτερης αξίας από την Φωλιά του Πουλιού, ‘ίσως γιατί από την πολύ δουλειά δεν πρόλαβε να γίνει ένας εργάτης που διαβάζει.

«Ποιος έχτισε τη Θήβα την εφτάπυλη;
Στα βιβλία δε βρίσκεις παρά των βασιλιάδων τα ονόματα.
Οι βασιλιάδες κουβάλησαν τ’ αγκωνάρια;
Και τη χιλιοκαταστρεμένη Βαβυλώνα-
ποιος την ξανάχτισε τόσες φορές; Σε τι χαμόσπιτα
της Λίμας της χρυσόλαμπρης ζούσαν οι οικοδόμοι;
Τη νύχτα που το Σινικό Τείχος αποτελείωσαν,
πού πήγανε οι χτίστες; Η μεγάλη Ρώμη
είναι γεμάτη αψίδες θριάμβου. Ποιος τις έστησε; Πάνω σε ποιους
θριαμβεύσανε οι Καίσαρες; Το Βυζάντιο το χιλιοτραγουδισμένο
μόνο παλάτια είχε για τους κατοίκους του; Ακόμα και στη μυθική
Ατλαντίδα,
τη νύχτα που τη ρούφηξε η θάλασσα,
τ’ αφεντικά βουλιάζοντας, μ’ ουρλιαχτά τους σκλάβους τους καλούσαν.»


* Το ποίημα του Μπέρτολτ Μπρεχτ, με τίτλο «Ερωτήσεις ενός εργάτη που διαβάζει» γράφτηκε το 1935, παραμονές κάποιων άλλων ιστορικών Ολυμπιακών Αγώνων στην πατρίδα του ποιητή και η όμορφη μετάφραση του είναι του Μάριου Πλωρίτη. Πάρθηκε από την συλλογή Ποιήματα από την πέμπτη έκδοση του Θεμέλιου, το 2000.