25 Μαρ 2016

Καζακστάν
Οι Σταχτοπούτες της Αστανά

Πριν φτάσει στις αρχές του περασμένου αιώνα, η νεαρή σοβιετική εξουσία, στις στέπες του σημερινού Καζακστάν, ήταν πολύ συνηθισμένο οι πλούσιοι Καζάκοι να αγοράζουν τις νεαρές γυναίκες των φτωχών οικογενειών για να τις παντρευτούν. Μαζί τους αγόραζαν και το μερίδιο που αναλογούσε σε αυτές, τα ζώα της οικογένειας, και με αυτόν τον τρόπο το ζωικό κεφάλαιο συγκεντρωνόταν ολοένα και σε λιγότερα χέρια. Η πολυγαμία ήταν καθιερωμένη στους νομάδες κτηνοτρόφους της Κεντρικής Ασίας αλλά μόνο οι πλούσιοι μπορούσαν να πάρουν πολλές γυναίκες στις γιούρτες και στα σπίτια τους. Με ισχυρά τα κατάλοιπα των παλιών παγανιστικών δοξασιών, ακόμη και όταν ασπάστηκαν την ισλαμική θρησκεία, οι πληθυσμοί της Κεντρικής Ασίας διατηρούσαν για αιώνες την πολυγαμία σαν απόλυτο ανδρικό δικαίωμα, εφαρμόζοντας για οικογενειακό δίκαιο την Σαρία. Με τη νίκη των μπολσεβίκων και την σταδιακή επέκταση της σοβιετικής εξουσίας, τα πράγματα άλλαξαν εντελώς. Στις 14 Ιουνίου του 1921, η Κεντρική Επιτροπή της Αυτόνομης Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Τουρκεστάν κατάργησε την πολυγαμία και τον θεσμό της προίκας και τις κατέταξε στις ποινικά κολάσιμες πράξεις. Για τις μέχρι τότε πολυγαμικές οικογένειες επέτρεψε μια μεταβατική περίοδο μέχρι το 1926, έτσι ώστε να διευθετηθούν ζητήματα που αφορούσαν κυρίως την ανατροφή των παιδιών. Από τότε, στο Καζακστάν, το οποίο έγινε σοβιετική δημοκρατία το 1936, αλλά και στις υπόλοιπες κέντρο-ασιατικές σοσιαλιστικές δημοκρατίες, όπως επίσης και στον Καύκασο, η κοινωνική θέση των γυναικών γνώρισε μια κοσμογονική αλλαγή. Εντάχθηκαν στη συντριπτική πλειοψηφία τους στην παραγωγική διαδικασία, εκτινάχθηκαν οι δείκτες μόρφωσης και εκπαίδευσης, με την υποχρεωτική εκπαίδευση των νεαρών κοριτσιών και φυσικά ούτε λόγος για πολυγαμίες, προίκες και άλλα προϊστορικά και φεουδαρχικά κοινωνικά φαινόμενα.

12 Μαρ 2016

Μπέρτα Κάσερες - Ονδούρα
Μια προαναγγελθείσα δολοφονία

Η Ισαμπέλ Μπέρτα Κάσερες Φλόρες σε μια συνέντευξη της στο Αλ Τζαζίρα τον Δεκέμβρη 2013, είχε εκμυστηρευτεί πως ανησυχεί για την ζωή της και παίρνει προφυλάξεις, ύστερα από τις αμέτρητες απειλές που είχε δεχθεί από τους ιδιωτικούς φρουρούς της ανώνυμης εταιρίας Dessarollos Energeticos (DESA). Αποκάλυπτε μάλιστα πως ο στρατός της Ονδούρας έχει μια λίστα με δεκαοκτώ μελλοθάνατους, καταζητούμενους αγωνιστές για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το όνομα της είναι στην κορυφή. “Θέλω να ζήσω, υπάρχουν πολλά πράγματα που θέλω να κάνω σε αυτόν τον κόσμο.. Παλεύω για το έδαφος μας, για μια ζωή με αξιοπρέπεια, ξέρω όμως πως σε αυτήν την χώρα που υπάρχει απόλυτη ατιμωρησία είμαι ευάλωτη...όταν αποφασίσουν να με σκοτώσουν, θα το κάνουν”. Τα λόγια της Μπέρτα Κάσερες ήταν δυστυχώς προφητικά. Τα ξημερώματα της Πέμπτης 3 Μαρτίου, παραμονή των γενεθλίων της, μια ομάδα ενόπλων εισέβαλε στο σπίτι της και την πυροβόλησε. Η Μπέρτα, μητέρα τεσσάρων παιδιών, κατοικούσε, μαζί με την μητέρα της, στην γειτονιά Ελ Καλβάριο, σε μια πευκόφυτη περιοχή της Εσπεράντζα μια πόλη της δυτικής Ονδούρας στην επαρχία της Ιντιμπούτσα. Δεν την προστάτεψε δυστυχώς η διεθνής φήμη της, όντας επικεφαλής του Συμβουλίου των Αυτοχθόνων και Λαϊκών Οργανώσεων (COPINH) της χώρας και βραβευμένη με πολλές διακρίσεις στο εξωτερικό για την δράση της με σκοπό υπεράσπιση της γης και των νερών της του Ρίο Μπλάνκο ενάντια στα τεράστια υδροηλεκτρικά φράγματα. Ούτε η απόφαση της Διαμερικανικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που ζητούσε από την κυβέρνηση να προστατεύσει την ζωή της.