14 Οκτ 2017

Βικτόρια Ερτλ: «Κιντανίλια, Κιντανίλια… Οι νύχτες σου πια δεν θα είναι ειρηνικές…»


Στη συνοικία Κοπακαμπάνα, κοντά στο κέντρο της Λα Παζ, πίσω από ένα ψηλό περίβολο με κόκκινα τούβλα εκτείνεται το γερμανικό νεκροταφείο. Φτιάχτηκε το 1950 σε οικόπεδο που αγόρασε η παροικία με έξοδα της οποίας κτίστηκε και το παρεκκλήσι. Πολύ κοντά στην είσοδο, υπάρχει μια επιτύμβια ακατέργαστη πέτρινη πλάκα που επάνω της είναι χαραγμένη η λιτή επιγραφή «Μόνικα Ερτλ 1937-1973». Η πέτρα προέρχεται από τις κορυφές του βουνού Τσακαλτάγια, της γέφυρας των ανέμων στην γλώσσα των Ινδιάνων, ύψους πέντε χιλιάδων μέτρων στη βολιβιανή Κορδιλιέρα. Τάφος στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Το σώμα της νεαρής γυναίκας ποτέ δεν δόθηκε στην οικογένειά της και είναι ακόμη άγνωστο τι έχει απογίνει. Το μνήμα όμως παραμένει φροντισμένο. Και κάθε χρόνο, τέτοιο καιρό, ανώνυμοι περαστικοί αφήνουν λίγα λουλούδια πάνω του. Σε ένδειξη σεβασμού στη γυναίκα που όχι μόνο αποστάτησε από την τάξη, την κοινότητα και την οικογένειά της αλλά έγινε η Νέμεση για έναν από τους στυγερούς δολοφόνους του Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα.


Ήταν πρωταπριλιά του 1971 όταν μια νεαρή κοπέλα, με πρόφαση την έκδοση ταξιδιωτικών εγγράφων, μπήκε ψύχραιμα στο προξενείο της Βολιβίας στο Αμβούργο. Όταν βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τον πρόξενο δεν δίστασε ούτε στιγμή. Με τρεις πυροβολισμούς τον αποτέλειωσε και γρήγορα εξαφανίστηκε. Η γερμανική αστυνομία που έφτασε λίγο μετά βρήκε πεταμένα στο πάτωμα μια γυναικεία περούκα, το περίστροφο και ένα χειρόγραφο μήνυμα στα ισπανικά: Νίκη ή θάνατος!

Ο Ρομπέρτο Κιντανίλια Περέιρα, απόστρατος αξιωματικός του βολιβιανού στρατού, δεν βρέθηκε από τύχη στο προξενείο του Αμβούργου. Ήταν η ανταμοιβή αλλά κυρίως το καταφύγιο που του παρείχαν τα αφεντικά του. Επικεφαλής συνταγματάρχης του αποσπάσματος που έπιασε τον Τσε, πήρε μέρος στην κακοποίησή του, ήταν αυτός που έδωσε την τελική διαταγή για την εκτέλεση αλλά και για το βάρβαρο κόψιμο χεριών από το ύψος των καρπών. Μπροστά στο νεκρό σώμα του Αργεντίνου επαναστάτη, μέσα στο πλυσταριό στο Βαγιεγκράντε, ο συνταγματάρχης φωτογραφήθηκε φουσκωμένος σαν διάνος. Ακριβώς με τον ίδιο κομπασμό στάθηκε μπρος στους δημοσιογράφους επιδεικνύοντας το νεκρό σώμα του Γκίντο Αλβάρο Περέδο Λέιτε, τον Σεπτέμβριο του 1969 στη Λα Παζ. Από τους πρωταγωνιστές του ημερολόγιου της Βολιβίας, ο Ίντι, μέλος της ΚΕ του ΚΚ Βολιβίας, ήταν ένας από τους έξι αντάρτες που κατάφεραν να γλυτώσουν από τον θανατηφόρο κλοιό στο φαράγγι του Τσούρο. Συνέχισε ως επικεφαλής του αντάρτικου μέχρι που πιάστηκε. Ακολούθησαν σκληρά βασανιστήρια, σε σημείο που του τσάκισαν την σπονδυλική στήλη.

Πορτραίτο της Μόνικα Ερτλ από τον ζωγράφο Cona Varer

Επικεφαλής των βασανιστών ήταν ο Ρομπέρτο Κιντανίλια. Στο διάστημα στο οποίο ο Ίντι ξαναμπήκε στη Βολιβία και δημοσίευσε το κείμενο «Επιστρέφουμε στα βουνά», συνδέθηκε με τη Μόνικα Ερτλ. Γεννήθηκε ένας έρωτας που φούντωσε μέσα στις δυσκολίες. Η Ερτλ είχε ήδη παρατήσει την οικογένεια και έναν τυπικό γάμο και είχε περάσει στην παρανομία με το ψευδώνυμο Ιμίλλα. Γίνεται μέλος του βολιβιανού Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού. Όπως ο βίαιος θάνατος του Τσε ήταν το έναυσμα για το πέρασμα στην άλλη όχθη, έτσι και η άγρια δολοφονία του Ίντι σφράγισε την απόφαση της Μόνικα για εκδίκηση. Σε ένα χειρόγραφο το 1970 αποτύπωνε με έναν στίχο αυτό που σχεδίαζε: «Κιντανίλια, Κιντανίλια… Οι νύχτες σου πια δεν θα είναι ειρηνικές… Άρπαξες την ζωή από τον Ίντι. Και μαζί του και όλο τον λαό».

Γεννημένη στα 1937 στη βόρεια Βαυαρία, τίποτε δεν προϊδέαζε πως η ζωή της θα είχε αυτή την περιπετειώδη πορεία. Κόρη του Χανς Ερτλ, του φωτογράφου του Ρόμελ και πιθανόν της ναζί σκηνοθέτριας Λένι Ρίφενσταλ, αναγκάστηκε να ακολουθήσει τις αποφάσεις του πατέρα της. Όπως και πολλοί άλλοι ναζί αξιωματούχοι, ο Ερτλ ακολούθησε τον «δρόμο των ποντικιών» και κατέφυγε στη Λατινική Αμερική. Στη Βολιβία αγοράζει μια φάρμα και ενσωματώνεται άνετα στη γερμανική παροικία που είναι γεμάτη φυγάδες-ναζί. Οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονται κάτω από την προστασία του καθεστώτος αλλά και των Αμερικάνων. Ανάμεσα στους συχνούς φιλοξενούμενους του Ερτλ ήταν και ο Κλάους Αλτμαν. Το ψευδώνυμο με το οποίο ο Κλάους Μπάρμπι, ο ναζί χασάπης της Λυών ζούσε μια νέα ζωή και είχε γίνει σύμβουλος πληροφοριών στον βολιβιανό στρατό. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ενηλικιώθηκε η νεαρή Μόνικα. Παρά την απόσταση που την χώριζε από την κοινωνική κατάσταση στη νέα πατρίδα της, οι εικόνες της φτώχειας και της σκληρής εκμετάλλευσης και καταπίεσης που βίωναν ιδιαίτερα οι μεταλλωρύχοι και οι αγρότες-Ινδιάνοι την επηρέασαν. Σιγά-σιγά άρχισε να αλλάζει και να συγκρούεται με το περιβάλλον και τον πατέρα της. Όταν πήρε την απόφαση να φύγει και να μπει στις γραμμές του αντάρτικου, εκείνος σε ένα καυγά την ρώτησε ειρωνικά «Ετοιμάζεστε να μετατρέψετε τους πιθήκους σε μαοϊκούς;».

Η Μονικα Ερτλ ξαναγύρισε στην Βολιβία παρότι επικηρυγμένη για την εκτέλεση του Κιντανίλια. Ξεκίνησε να σχεδιάζει την απαγωγή του Κλάους Μπάρμπι με σκοπό να τον οδηγήσει στην Ευρώπη για να δικαστεί για τα εγκλήματά του. Ο χασάπης της Λυών δεν γλύτωσε εν τέλει την καταδίκη αλλά αυτό έγινε πολύ αργότερα. Δικτυωμένος στην Λα Παζ με τις υπηρεσίες του καθεστώτος, έμαθε για τα σχέδιο και μπήκε στο κυνήγι της Μόνικα. Στις 12 Μαΐου του 1973, η τολμηρή Γερμανίδα με την λατινοαμερικάνικη ψυχή πέφτει σε ενέδρα και δολοφονείται. Ακόμη και στον πατέρα της, που ήταν υπεράνω πάσης υποψίας, δεν αποκάλυψαν το σημείο που πέταξαν το σώμα της. Και νεκρή η Μόνικα Ερτλ για την εξουσία ήταν επικίνδυνη ...

ΔΙΑΒΑΣΤΕ το πολύ καλό κείμενο του Γρηγόρη Τραγγανίδα στο www. toperiodiko.gr, με τίτλο «Μόνικα Ερτλ: Η εκδίκηση του ονείρου», από το οποίο δανειστήκαμε και διασταυρώσαμε μερικά στοιχεία. Επίσης, το πλούσιο σε φωτογραφικό υλικό άρθρο του Hernando Calvo Ospina, www.lapluma.net/es/index.php/articulos/opinion/8691-2016-10-09-22-00-03.html.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου