12 Ιαν 2008

Παρανά –Βραζιλία Μεταλλαγμένοι σπόροι και σφαίρες



H Santa Tereza de Oeste βρίσκεται στην βόρεια άκρη του Εθνικού Πάρκου Ιγκουάτσου, στην νότια Βραζιλία, στην επαρχία Παρανά στην περιφέρεια του Cascavel. Με δέκα χιλιάδες περίπου κατοίκους, κυρίως αγρότες, είναι μια από τις πύλες εισόδου στην προστατευμένη περιοχή, στην οποία μεταξύ άλλων φυσικών μνημείων παγκόσμιας σημασίας, βρίσκονται και οι περίφημοι καταρράκτες του Ιγκουάτσου, σε μια έκταση με εκπληκτική ποικιλία φυτών, δένδρων και άγριων ζώων. Αυτό το σημείο διάλεξε η ελβετικής καταγωγής πολυεθνική Syngenta, να φτιάξει ένα μεγάλο ερευνητικό κέντρο εφαρμογής καλλιεργειών με γενετικά τροποποιημένους σπόρους για παραγωγή καλαμποκιού και σόγιας. Για δύο χρόνια, από τον Μάρτη του 2006, οι εκτάσεις, (εκατόν σαράντα περίπου εκτάρια), που περιλαμβάνονται στο Ερευνητικό Κέντρο της Syngenta, έχουν γίνει το επίκεντρο σκληρής σύγκρουσης ανάμεσα στις κοινωνικές οργανώσεις των αγροτών με επικεφαλής το Κίνημα των Ακτημόνων–Εργατών, (Movimento dos Trabalhadores Rurais Sem Terra (MST) και την πολυεθνική. Οικογένειες ακτημόνων κατέλαβαν το αγρόκτημα και επέβαλλαν στην τοπική κυβέρνηση της πολιτείας να ιδρύσει ένα ανάλογο κέντρο για την έρευνα και την παραγωγή αγρό-οικολογικών σπόρων χωρίς διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Η πολυεθνική όμως δεν το έβαλε κάτω. Με τη στήριξη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης Λούλα, κατάφερε όχι μόνο να ακυρώσει το πρόστιμο που της επέβαλλε η πολιτεία του Παρανά για παραβίαση των περιορισμών στο Εθνικό Πάρκο (η κυβέρνηση μείωσε την απόσταση πέραν την οποίας επιτρέπονται καλλιέργειες μεταλλαγμένων για τον κίνδυνο επιμόλυνσης) αλλά και να δικαιωθεί στα δικαστήρια, που διέταξαν την έξωση των αγροτών το περασμένο καλοκαίρι.

Το Οκτώβρη που πέρασε, όμως, περίπου διακόσοι αγρότες και ακτιβιστές του MST, επέστρεψαν στο αγρόκτημα και το ανακατέλαβαν, καταγγέλλοντας την πολιτική υποταγής της κυβέρνησης στις πολυεθνικές και σημαίνοντας συναγερμό για την τύχη της προστατευμένης περιοχής από τις επιμολύνσεις που δημιουργούν τα πειράματα της Syngenta. Στην πολιτεία, άλλωστε, οι μάχες με τις πολυεθνικές χρονολογούνται από πολύ παλιά με κορυφαία την αναμέτρηση με την Μονσάντο, πριν αναλάβει ο Λούλα την διακυβέρνηση. Όλα έδειχναν πως θα ξεκινούσε ένας νέος αγώνας με δικαστικές προσφυγές, μέχρι το πρωινό της Κυριακής 21 του Οκτώβρη. Την ημέρα εκείνη μια μεγάλη ομάδα ένοπλων από την ιδιωτική εταιρία που η Syngenta προσέλαβε για φρούρηση των εκτάσεων απαίτησε από τις οικογένειες των αγροτών να αποχωρήσουν και όταν αυτοί αρνήθηκαν, άνοιξαν πυρ με αποτέλεσμα να σκοτώσουν τον σαράνταδιάχρονο, πατέρα τριών παιδιών Valmir Mota de Oliveira, γνωστό με το παρατσούκλι Keno, και να τραυματίσουν άλλα δύο στελέχη του ΜST. Η δολοφονία συγκλόνισε όλη τη χώρα και πλήθος κοινωνικών και πολιτικών οργανώσεων απαίτησαν την τιμωρία των ενόχων και το διώξιμο της πολυεθνικής από την χώρα. Κατήγγειλαν επίσης πως ο δεύτερος νεκρός από την μεριά των ενόπλων φυλάκων στην πραγματικότητα δολοφονήθηκε από τους ίδιους για να μην υπάρξει μαρτυρία για τα γεγονότα. Η Syngenta με μια λακωνική και απίστευτα υποκριτική ανακοίνωση συλλυπήθηκε την οικογένειες των θυμάτων και ισχυρίστηκε πως η συμφωνία με την εταιρία προστασίας προέβλεπε πως οι φύλακες έπρεπε να ήταν άοπλοι! Υπενθύμισε επίσης πως απασχολώντας χίλιους εξακόσιους εργαζόμενους και έχοντας παρουσία ογδόντα χρόνων στην Βραζιλία συμβάλει στην αγροτική ανάπτυξη της χώρας και επιδοτεί με τρία εκατομμύρια δολάρια ετησίως, κοινωνικά προγράμματα! Με την συνέργεια -προσθέτουμε εμείς- της κυβέρνησης Λούλα που ευθυγραμμίστηκε πλήρως με τα συμφέροντα των πολυεθνικών και των μεγαλογαιοκτημόνων και μαζί με την κυβέρνηση Μπους μπήκαν επικεφαλής της εκστρατείας για την επέκταση της καλλιέργειας βιοκαυσίμων.



* Οι ρίζες της πολυεθνικής ξεκινούν από το 1758 όταν ο Johann Rudolf Geigy-Gemuseus ίδρυσε μια χημική επιχείρηση στη Βασιλεία της Ελβετίας. Το 2000 ο αγροχημικός τομέας της "Novartis" και της "Zeneca Agrochemicals" συγχωνεύτηκαν για να σχηματίσουν την Syngenta.

1 Δεκ 2007

ΚΙΛΙΜΑΝΤΖΑΡΟ. Τα χιόνια και οι άνθρωποι


Στις ρίζες του Κιλιμάντζαρο, το Chekereni, είναι ένα από τα μεγάλα χωριά, που φτιάχτηκε από πρώην εργάτες στη σιδηροδρομική γραμμή που δούλευαν την δεκαετία του πενήντα, αν και το χωριό ιδρύθηκε επίσημα το 1972 σύμφωνα με ένα κρατικό πρόγραμμα δημιουργίας οργανωμένων οικισμών στην ύπαιθρο της Τανζανίας, και αποτελεί παράδειγμα πολυφυλετικής συμβίωσης. Δεκαεπτά χιλιόμετρα νοτιοανατολικά από την πόλη Moshi και πέντε χιλιόμετρα από τον αυτοκινητόδρομο που οδηγεί σε αυτήν, το χωριό ζει, σχεδόν αποκλειστικά, από την γεωργία. Με μέσο κλήρο 1,6 εκτάρια, οι μισοί και παραπάνω από τις τέσσερις χιλιάδες κατοίκους του χωριού ασχολούνται με την καλλιέργεια του καλαμποκιού, του ηλιόσπορου, του καφέ και της μπανάνας, ενώ στα χαμηλότερα απλώνονται εκτάσεις με ορυζώνες. Όπως και τα υπόλοιπα χωριά της περιοχής, το Chekereni, έχει άφθονα νερά ενώ αρκετές φορές πλημμυρίζει από το διπλανό ποτάμι, τον Ιλόνγκα, που κατεβαίνει από το μεγάλο βουνό. Δίχως σχολείο (ευτυχώς τα παιδιά του δημοτικού περπατούν μόνο δύο χιλιόμετρα μέχρι το διπλανό Chanzuru, ενώ αυτά του γυμνασίου πηγαίνουν στην επαρχιακή πρωτεύουσα Kilosa, που απέχει δώδεκα χιλιόμετρα), χωρίς κάποια υγειονομική υπηρεσία αλλά με ένα σύστημα παροχής οικιακού νερού που εγκατέστησε μια γερμανική ΜΚΟ, το χωριό ζει αρκετά καλά σε σχέση με τις γενικές αφρικανικές καταστάσεις, μιας και το Κιλιμάντζαρο χιλιάδες χρόνια τώρα φροντίζει να ποτίζει την γη και να φτιάχνει ένα ιδανικό εύκρατο μικροκλίμα για τη γεωργική παραγωγή. Γιατί το Κιλιμάντζαρο (το βουνό που λάμπει στα σουαχίλι που κατά μια εκδοχή από αυτήν πήρε το όνομα του) εκτός από μία μεγάλη αποθήκη νερού που κρατά στην στέγη του, με την μορφή προαιώνιων παγετώνων, αποτελεί και ένα ιδανικό φυσικό εμπόδιο στους ανέμους και τα σύννεφα που έρχονται από τον Ινδικό ωκεανό, έτσι ώστε αυτά να ρίχνουν την βροχή τους στην περιοχή.

Για τους Chagga, την πολυπληθέστερη εθνική ομάδα που ζει στην σκιά του βουνού, το Κιλιμάντζαρο αναγνωρίζεται στα τραγούδια τους σαν η πηγή των ποταμών, των ψαριών και όλης της ζωής. Ακριβώς αυτή η προαιώνια πίστη κινδυνεύει να αρχίσει να κλονίζεται από τις δυσοίωνες προβλέψεις γύρω από την ραγδαία μείωση των πάγων στην κορυφή του βουνού που βρίσκεται σε ύψος 5.895 μέτρων, με τους τρεις σβηστούς κρατήρες να βλέπουν προς τον ουρανό. Σύμφωνα με μελέτες και παρατηρήσεις που βασίζονται σε δορυφορικές φωτογραφίες, οι ηλικίας έντεκα χιλιάδων χρόνων πάγοι του στην δυτική πλευρά λιώνουν γρήγορα, ενώ σύμφωνα με κάποιους υπολογισμούς το Κιλιμάντζαρο έχασε κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα, το 80% των πάγων του. Έτσι ορισμένοι πιθανολογούν πως σε είκοσι έως πενήντα χρόνια, τα πασίγνωστα από τον Χέμινγουεϊ χιόνια της στέγης της Αφρικής δεν θα υπάρχουν. Αρκετοί από τους παρατηρητές αποδίδουν αυτήν την εξέλιξη στις κλιματολογικές αλλαγές που προξενεί η μόλυνση της ατμόσφαιρας και στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Αντίθετα, άλλοι επιμένουν πως το λιώσιμο των πάγων είναι μια φυσική εξέλιξη που συνδέεται με τους μεγάλους κλιματολογικούς κύκλους εδώ και χιλιάδες χρόνια στην Αφρική αλλά και σε όλο τον πλανήτη.



Είναι αλήθεια πως οι πάγοι του Κιλιμάντζαρο έχουν γίνει -για προφανείς λόγους- ένα από τα πιο διαφημισμένα σύμβολα των υποκριτικών διεθνών εκστρατειών που οργανώνονται για το κλίμα (εσχάτως και του πρώην αντιπροέδρου των ΗΠΑ!), χωρίς φυσικά αποτέλεσμα και δίχως να θίγονται -κυρίως- οι πραγματικές αιτίες του μεγάλου προβλήματος. Από την άλλη οι επικριτές των δυσοίωνων προβλέψεων κάθε άλλο παρά αθώοι είναι και αρκετοί μισθοδοτούνται κανονικά από τις μεγάλες πολυεθνικές του πετρελαίου και της αυτοκινητοβιομηχανίας. Εχθροί και λαμπεροί «φίλοι» του περιβάλλοντος συμφωνούν όμως πάντα, όταν η συζήτηση περνά στην σφαίρα των πραγματικών αιτιών και δίνουν όρκους πίστης στον καπιταλισμό και την οικονομία του κέρδους. Για τους αγρότες όμως του Chekereni, που είναι δεμένοι με το μεγάλο βουνό και το νερό που τους παρέχει, λίγη αξία έχει η συζήτηση αυτή, οι διεθνείς εκστρατείες και οι διάφορες διακρατικές συμφωνίες που πάντα μένουν στα χαρτιά. Αυτοί πιθανόν σύντομα να αντιμετωπίσουν σημαντικά πλήγματα στην ίδια τη ζωή τους και στο μέλλον των παιδιών τους.

* ο «Αθέατος Κόσμος» αυτήν τη φορά επέλεξε να συγχρονιστεί με την επερχόμενη διεθνή επικαιρότητα. Από την Δευτέρα 3 του Δεκέμβρη στο Μπαλί της Ινδονησίας θα φιλοξενηθούν πάνω από δέκα χιλιάδες αξιωματούχοι από εκατόν ενενήντα χώρες στην Παγκόσμια Διάσκεψη για το Κλίμα του ΟΗΕ. Παρά τις υποσχέσεις, κανείς σοβαρός παρατηρητής δεν περιμένει από τους ισχυρούς να αυτορυθμιστούν και αυτοπεριοριστούν.

17 Νοε 2007

Τσάκο – Βόρεια Αργεντινή. Σιωπηλή γενοκτονία


Τις ίδιες ημέρες σχεδόν που συνεχίζοταν το γιορταστικό κλίμα στο Μπουένος Αιρες για την εκλογή της Κριστίνα Φερναντέζ ντε Κίρχνερ στην προεδρία από την άλλη άκρη της χώρας, χίλια πεντακόσια χιλιόμετρα μακριά από το Μπουένος Αιρες, από την βορειοανατολική πλευρά, οι ειδήσεις έφερναν μια μελαγχολική πνοή θανάτου. Σχεδόν πάνω στα διοικητικά σύνορα που χωρίζουν τις επαρχίες Τσάκο και Φορμόσα, εκεί που ενώνονται οι παραπόταμοι του Παρανά, Μπερμεχίτο και Teuco, στο χωριό Ρίο Μπερμεχίτο, λίγες ημέρες πριν, δημοσιογράφοι συναντούσαν τον Απολινάριο Ντομίγκεζ στο πλίθινο σπίτι του. Ο Απολινάριο, ιθαγενής της φυλής Τόμπα, με δυσκολία κρατιέται στην ζωή και το σκελετωμένο σώμα του έχει φτάσει να ζυγίζει μόνο τριάντα έξι κιλά. Ο Απολινάριο παλιός «μπρασέιρο», (εργάτης γης) στις βαμβακοφυτείες δεν έχει κανένα τρόπο να τραφεί και περιμένει καρτερικά το μοιραίο. Στους δημοσιογράφους διεκτραγωδεί την σημερινή κατάστασή του καρφώνοντας τα ζωηρά μάτια του που κολυμπάνε πλέον στις κόγχες και ζητώντας ελπίδα και βοήθεια. Την ίδια εικόνα μπορεί να συναντήσει κανείς και στο νοσοκομείο της πόλης Castelli, όπου οι οικογένειες πηγαίνουν τους ετοιμοθάνατους. Στην επαρχία Τσάκο, την φτωχότερη της Αργεντινής, είκοσι περίπου άνθρωποι, όλοι ιθαγενείς που ζούνε στα δάση, πέθαναν από υποσιτισμό το τελευταίο διάστημα, και τις συνακόλουθες αρρώστιες που αυτός φέρνει, συνήθως την φυματίωση και την μολυσματική Σάγκας.

Στην Τσάκο ζούνε σχεδόν εξήντα χιλιάδες ιθαγενείς από τις τετρακόσιες που υπολογίζεται πως είναι το σύνολο του αμιγώς ιθαγενικού πληθυσμού στην Αργεντινή, χωρισμένοι σε είκοσι εθνικές ομάδες, με πολυπληθέστερους του Μαπούτσε, τους Κόλλα, τους Τόμπα και τους Γουίχι. Στην Τσάκο υπερισχύουν οι Τόμπα, οι Μοκόβι και οι Γουίχι. Η μεγάλη κοινότητα των Τόμπα ζει εδώ και αιώνες μέσα στο δάσος σε μια περιοχή που λέγεται "El Impenetrable” (δηλαδή η αδιαπέραστη) κυνηγώντας και συλλέγοντας φρούτα και άλλους καρπούς από τα δένδρα. Όλοι συνηγορούν πως η εκτεταμένη αποδάσωση της περιοχής για τη δημιουργία τεράστιων φυτειών σόγιας για βιοκαύσιμα σε συνδυασμό με τη συγκέντρωση της γης σε λιγοστούς μεγαλοϊδιοκτήτες είναι η βασική αιτία αυτής της σιωπηλής γενοκτονίας των αυτοχθόνων πληθυσμών. Σύμφωνα με στοιχεία ενός ανεξάρτητου οργανισμού, το 7% των ιδιοκτητών γης στην Τσάκο, ύστερα από την κρατική διανομή που έγινε τα τελευταία χρόνια, κατέχει το 70% των παραγωγικών εδαφών της επαρχίας. Η αντικατάσταση μάλιστα της καλλιέργειας βαμβακιού με αυτήν της σόγιας έχει μειώσει δραματικά τις ανάγκες για εργατικά χέρια. Τόσο η κεντρική κυβέρνηση όσο και οι τοπικές αρχές στην πρωτεύουσα της Τσάκο με το όμορφο όνομα Resistencias, τους έχουν αφήσει αβοήθητους, δίχως καμιά ιατρική βοήθεια και με λιγοστές επισιτιστικές αποστολές που συνήθως λεηλατούνται από τις τοπικές υπηρεσίες. Τον περασμένο Μάη μάλιστα, στο Ρίο Μπερμεχίτο αποκαλύφτηκε πως ο δήμαρχος Λορέντζο Χέφνερ κατακρατούσε τόνους τροφίμων σε αποθήκες και αρνούνταν να τις μοιράσει στους πεινασμένους ιθαγενείς.

Στην Αργεντινή, ύστερα από την πρόσφατη οικονομική κατάρρευση και το συνακόλουθο λαϊκό ξεσηκωμό, το γνωστό Αργεντινάζο, η οικονομική ελίτ κατάφερε με ορισμένες πολιτικές μανούβρες όχι μόνο να διασωθεί αλλά και στο νέο οικονομικό κύκλο που ακολούθησε να επεκτείνει τα κέρδη της, δημιουργώντας μεγαλύτερες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Σε αυτήν την βάρβαρη κοινωνική πόλωση οι ιθαγενείς βρίσκονται στον πάτο του πηγαδιού και είναι αυτοί που ρίχνονται, καθημερινά, κυριολεκτικά στον Καιάδα στο όνομα μιας ανάπτυξης που, όχι αργά, θα φανεί πως φέρνει νέες κοινωνικές θύελλες στην χώρα.

* Πρόσφατα οι οργανώσεις των ιθαγενών από την Τσάκο έσπασαν την σιωπή τους και άρχισαν να κινητοποιούνται τόσο στην επαρχιακή πρωτεύουσα όσο και με την κάθοδο τους στο Μπουένος Αιρες, όπου υπέβαλλαν μέσω των δικηγόρων τους μηνύσεις και διαδήλωσαν έξω από το Ανώτατο Δικαστήριο. Για περισσότερες πληροφορίες για τους αριθμούς των ιθαγενικών πληθυσμών στην Αργεντινή στην τελευταία κρατική έκθεση από υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών που βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση

3 Νοε 2007

Cañada Real Galiana-Μαδρίτη. «Ιντιφάντα» στην καρδιά της Ισπανίας


Πολύ κοντά στην εθνική οδό με κατεύθυνση την Βαλένθια, στα νοτιοανατολικά περίχωρα της Μαδρίτης, τριάντα λεπτά περίπου απόσταση με το αυτοκίνητο από το επιβλητικό κέντρο της ισπανικής πρωτεύουσας, η Cañada Real Galiana ίσως να είναι η μεγαλύτερη παραγκούπολη στην Δυτική Ευρώπη. Στα σύνορα με τον δήμο Rivas-Vaciamadrid, πρόκειται για μια περιοχή γνωστή σαν «Βασιλικός Ισθμός» καθώς τον δέκατο τρίτο αιώνα ήταν υπό την προστασία του βασιλιά Αλφόνσου του 10ου, ο οποίος είχε απαγορεύσει την οικοδόμηση κάθε κτιρίου στην περιοχή. Στη συνέχεια για ένα μεγάλο διάστημα ήταν βοσκότοπος για αγελάδες, ενώ σήμερα ακριβώς δίπλα έχει κατασκευαστεί μία μονάδα αποτέφρωσης σκουπιδιών. Σε μια διαδρομή σαράντα χρόνων η παραγκούπολη έφτασε να έχει πάνω από δύο χιλιάδες παράνομα σπίτια, άλλα ξύλινα και άλλα κανονικές κατασκευές με τούβλα, στα οποία κατοικούν σε τριτοκοσμικές συνθήκες ίσως και σαράντα χιλιάδες άνθρωποι. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι Μαροκινοί και Ρουμάνοι μετανάστες, η πλειοψηφία δίχως επίσημα χαρτιά, και Τσιγγάνοι.

Για τις ισπανικές αρχές και τον δήμαρχο της Μαδρίτης Alberto Ruiz Gallardón, η φτωχογειτονιά είναι επίκεντρο για το εμπόριο ναρκωτικών και πηγή εγκληματικότητας, επιχείρημα που προσπαθεί να δικαιολογήσει τις αποφάσεις για τη εκδίωξη των κατοίκων της. Να δώσουμε ένα τέλος στον «τσαμπολισμό» διακήρυξε ο Gallardón και έβαλε μπροστά το σχέδιο εκκένωσης. Στην πραγματικότητα ο δήμος της Μαδρίτης επιδιώκει εδώ και καιρό να αξιοποιήσει επιχειρηματικά και οικιστικά την περιοχή και οι «τσαμπολίστας» αποτελούν εμπόδιο σε αυτά τα σχέδια. Στη σκιά της επίσημης προπαγάνδας όμως, η αλήθεια είναι ως συνήθως διαφορετική. Στην Cañada Real Galiana η φτώχεια και οι ανύπαρκτες υποδομές αναπαράγουν μια κοινότητα ανθρώπων που χρησιμεύει σαν φτηνή εργατική δύναμη και είναι φυσικό σε τέτοιες συνθήκες η παραβατικότητα να αποτελεί εναλλακτική λύση ζωής, όταν δεν υπάρχουν δουλειές η όταν αυτές δίνονται για ένα κομμάτι ψωμί.

Στις 18 του Οκτώβρη ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις συνόδεψαν μερικές μπουλντόζες με σκοπό την κατεδάφιση ορισμένων σπιτιών, σύμφωνα με τις διαταγές του δημαρχείου. Γύρω από τα ερείπια του πρώτου σπιτιού που κατεδαφίστηκε, στο οποίο έμενε μια οικογένεια Μαροκινών εργατών με δύο παιδιά, εξελίχτηκαν εικόνες σκληρών μαζικών συγκρούσεων. Τραυματίστηκαν περίπου σαράντα αστυνομικοί και άλλοι τόσο κάτοικοι, οι περισσότεροι από τις πλαστικές σφαίρες και τις χημικές ουσίες που έριξαν οι δυνάμεις καταστολής. Αναφέρθηκαν επίσης εννιά συλλήψεις. Οι φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του κόσμου διέφεραν ελάχιστα από εκείνες που έρχονται συνήθως από την Παλαιστίνη, όταν οι Ισραηλινοί ρίχνουν σπίτια Παλαιστινίων. Και όχι άδικα η «Ελ Παΐς» παραλλήλισε την αντίσταση στην Cañada Real Galiana με την Ιντιφάντα στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη. Ξαφνικά η Ισπανία ανακάλυψε, πως στην καρδιά της, πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που ζούνε στην αθλιότητα.

* Στην μητροπολιτική περιοχή της Μαδρίτης ζούνε περίπου έξι εκατομμύρια άνθρωποι. Από αυτούς το 15%, δηλαδή εννιακόσιες χιλιάδες, ζούνε με λιγότερα ή πολύ λιγότερα από το ετήσιο όριο των 7628,00 ευρώ και το 40% με λιγότερο από το ετήσιο των 9111,00 ευρώ, σύμφωνα με μια έρευνα της εργατικής ομοσπονδίας Comisiones Obreras (CC.OO), που δημοσιεύτηκε τον περασμένο Απρίλη. Η φτώχεια είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες. Μια στις πέντε γυναίκες ζει σε κατάσταση ένδειας.

* * Ο δαίμων της διόρθωσης και όχι του τυπογραφείου ευθύνεται για την μετατροπή των αυτοχθόνων Αιμάρα σε Εμάρα, στον προηγούμενο «Αθέατο Κόσμο» .

20 Οκτ 2007

Chuqui- βόρεια Χιλή. Οι ανοικτές πληγές της Αμερικής


Το Chuqui, όπως , με συντομία , ονομάζεται από τους ντόπιους , η Chuquicamata, από την γλώσσα των ιθαγενών Αιμάρα, είναι μια μικρή πόλη στα βόρεια της Χιλής , από την οποία πήρε το όνομα του ένα από τα παλιότερα και μεγαλύτερα ορυχεία χαλκού στην χώρα. Δεκαπέντε χιλιόμετρα από την πόλη Calama, στην οποία μετεγκατασταθήκανε από το 2003 οι μεταλλωρύχοι του Chuqui εξαιτίας των σχεδίων επέκτασης του ορυχείου και της ατμοσφαιρικής μόλυνσης , η περιοχή απέχει διακόσια πενήντα χιλιόμετρα από το λιμάνι της Αντοφαγκάστα και χίλια διακόσια από το Σαντιάγκο. Μέρος της ερήμου Ατακάμα, το Chuqui, βρίσκετε σε ύψος δυο χιλιάδων οκτακοσίων μέτρων πάνω από την θάλασσα, έχει μια ελλειπτική μορφή , εκτείνεται σε μια επιφάνεια οκτώ εκατομμυρίων τετραγωνικών μέτρων, έχει σε ορισμένα σημεία βάθος εννιακόσια μέτρα και μέχρι πρότινος θεωρούνταν το μεγαλύτερο ανοικτό ορυχείο του κόσμου , πριν το περάσει το καινούριο στην Escondida , πάλι στην Ατακάμα. Με περιεκτικότητα σε χαλκό 1,1% στο μετάλλευμα το Chuqui, είναι μια τεράστια πληγή στην επιφάνεια της γης , μιας και χρειάστηκε όλα αυτά τα χρόνια να εξορυχτούν αναρίθμητες ποσότητες υλικού, που ημερησία υπολογίζονταν στην ακμή του σε εξακόσιες χιλιάδες τόνους. Γνωστό για το χαλκό του από τα προ-ισπανικά χρόνια το Chuqui , ξεκίνησε την οργανωμένη παραγωγή του , τον Μάη του 1915, από την αμερικάνικη Guggenheim Bros, και κατέληξε να ελέγχεται από την φημισμένη πολυεθνική Ανακόντα των Ροκφέλερς. Σε αυτές τις δεκαετίες και μέχρι το 1971, το σκληροτράχηλο κίνημα των ανθρακωρύχων, έδωσε σκληρές μάχες για τις αμοιβές και τις συνθήκες εργασίας. Όχι λίγες φορές συγκρούστηκε με τον στρατό και τους απεργοσπαστικούς μηχανισμούς των Αμερικάνων αφεντικών και πλήρωσε σε αρκετές περιπτώσεις με αίμα την αποφασιστικότητα και την επιμονή του.

Το 1971, η κυβέρνηση της Λαϊκής Ενότητας εθνικοποίησε το Chuqui, όπως και τα υπόλοιπα ορυχεία στην χώρα, πληρώνοντας όμως 250 εκ. δολάρια στην Ανακόντα, και από τότε το ορυχείο ανήκει στην κρατική Codelco. Στα χρόνια της κυβέρνησης Αλιέντε οι ανθρακωρύχοι του Chuqui,, εντάχθηκαν σταδιακά στο αντικυβερνητικό στρατόπεδο, ύστερα από συνεχείς απεργίες με μισθολογικά αιτήματα και αφού αντιμετωπίστηκαν με σκληρότητα από τις κρατικές αρχές , προξενώντας εσωτερικές αντιθέσεις στην Αριστερά της χώρας. Ήταν μια περίοδος που οι υπονομευτικές ενέργειες της αντιδραστικής δεξιάς και των Αμερικάνων φίλων της συμπλέκονταν με τις λαϊκές και εργατικές διεκδικήσεις και η κυβέρνηση Αλιέντε δεν μπόρεσε να κάνει τους αναγκαίους διαχωρισμούς και να κόψει τους γόρδιους δεσμούς με τον στρατό που σε αρκετές περιπτώσεις αντιμετώπιζε τις τελευταίες με σκληρότητα για να ανοίξει τον δρόμο στο πραξικόπημα που ετοίμαζε.

Οι σκληροί αγώνες των ανθρακωρύχων δεν σταμάτησαν όμως ούτε στα χρόνια της δικτατορίας του Πινοσέτ, όταν απαγορεύτηκαν οι ανεξάρτητες εργατικές ενώσεις, εξαπολύθηκε κύμα απολύσεων και πάγωσαν οι μισθοί. Αλλά και αργότερα , ως τις ημέρες μας το Chuqui, συνεχίζει να είναι επίκεντρο της συνεχούς μάχης των εργαζόμενων ανθρώπων με τα αφεντικά, που στην προκείμενη περίπτωση είναι η κυβέρνηση της χώρας. Τον φετινό Απρίλη οι δρόμοι που οδηγούν στα κοιλώματα του ορυχείου αποκλείστηκαν από εκατοντάδες απεργούς που έκαψαν και μερικά λεωφορεία μεταφοράς προσωπικού της εταιρίας , ζητώντας αυξήσεις ενώ στην γειτονική Escondida, οι απεργίες είναι πιο συχνές από χιλιάδες εργάτες ενάντια στα σχέδια και την πολιτική μισθών της Αγλλο-αυστραλιανής BHP Billiton, που ελέγχει την πλειοψηφία των μετοχών του ορυχείου.

* Η επιλογή του σημερινού θέματος, σχετίζεται με την συμπλήρωση σαράντα χρόνων από την δολοφονία του Ερνέστο Ραφαέλ Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, γνωστού σαν Τσε Γκεβάρα και αποτελεί μια μικρή απότιση τιμής της στήλης στον Αργεντίνο με την παν- λατινοαμερικάνικη ψυχή. Στο νεανικό ταξίδι του, διασχίζοντας την ήπειρο, μαζί με τον Αλμπέρτο Γρανάδο, σταμάτησε για λίγο στο Chuqui, μίλησε με παράνομα μέλη του ΚΚ Χιλής , είδε από κοντά την σκληρή ζωή των μεταλλωρύχων και κατέγραψε τις εμπειρίες του στα Ημερολόγια Μοτοσικλέτας

6 Οκτ 2007

ΟΑΧΑΚΑ-ΜΕΞΙΚΟ Το βιολί ….που επιμένει να αντιστέκεται!


Ήταν ανάμεσα στις οκτώ με δέκα το βράδυ της 25ης του περασμένου Μάη, σε δρόμο στην κεντρική αγορά της Οαχάκα ύστερα από μια διαδήλωση , όταν μια ειδική ομάδα της αστυνομίας συνέλαβε στα μουλωχτά δύο μεσήλικες άνδρες. Χωρίς καμία δημόσια γνωστοποίηση οδηγήθηκαν πρώτα στα γραφεία του τοπικού εισαγγελέα και κατόπιν σε μια στρατιωτική βάση στην πρωτεύουσα του Μεξικού για να συνεχιστεί η ανάκριση και η κακοποίηση τους. Λίγες ημέρες μετά γίνονταν γνωστό σε όλη την χώρα πως οι δύο άνδρες , ο πενηνταπεντάχρονος Raymundo Rivera Bravo και ο πενηντάχρονος Edmundo Reyes Amaya, ψευδώνυμο του Gabriel Alberto Cruz Sanchez , ήταν ηγετικά στελέχη του παράνομου Δημοκρατικού Επαναστατικού Λαϊκού Κόμματος ( PDPR) και γι αυτό οι αρχές τους θεωρούσαν και ιθύνοντες του θυγατρικού ένοπλου Επαναστατικού Λαϊκού Μετώπου ( EPR). Στις καταγγελίες πλήθους ανθρωπιστικών και κοινωνικών οργανώσεων , οι αρχές της πολιτείας αλλά και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αρνήθηκαν πως τους κρατάνε στα χέρια τους, άρνηση που μέχρι και τώρα συνεχίζουν να επαναλαμβάνουν χωρίς φυσικά να γίνονται πιστευτοί.

Στην Nezahualcoyotl, μια λαϊκή περιοχή στο βορειοανατολικό άκρο της Πόλης του Μεξικό, ο Edmundo Reyes, ιδιοκτήτης ενός παντοπωλείου που πουλούσε συνήθως γλυκά και αναψυκτικά, ήταν αγαπητός και θεωρούνταν ένας φιλήσυχος άνθρωπος. Μετανάστευσε πριν από χρόνια από την Οαχάκα στην πρωτεύουσα, αναζητώντας δουλειά , και συνήθιζε συχνά να επισκέπτεται την πατρίδα του για να συναντήσει τους συγγενείς του. Ανάλογη εικόνα είχαν και αυτοί που γνώριζαν τον Raymundo Rivera. Για τους δύσπιστους, που θεωρούσαν πως κάποια παρεξήγηση έγινε και οι δύο άνδρες θα γυρνούσαν γρήγορα στις οικογένειες τους , οι ισχυρές εκρήξεις στις 5 και 10 του Ιούλη, που κατέστρεψαν εκτεταμένα τμήματα των αγωγών πετρελαίου της κρατικής Pemex, στο κεντρικό Μεξικό, ήταν ένα ξάφνιασμα. Οι αντάρτες του EPR, με αυτό τον ηχηρό τρόπο ανακοίνωσαν πως εγκαινιάζουν μια εκστρατεία για την απελευθέρωση των δύο ανδρών και απευθυνόμενοι στον λαομίσητο τοπικό κυβερνήτη της Οαχάκα , Ρουίς, και στην κυβέρνηση του προέδρου Καλντερόν, διακήρυξαν: « Τους πήρατε ζωντανούς και τους θέλουμε αμέσως πίσω ζωντανούς !» Ο απόηχος των επιθέσεων , που ανάγκασε μεγάλες πολυεθνικές βιομηχανίες όπως η Χόντα να διακόψουν για ημέρες την παραγωγή τους, ακούστηκε μέχρι την Ουάσιγκτον. Αλλά και η συνέχεια ήταν εξίσου εντυπωσιακή , όταν μια ομάδα ανταρτών κατέλαβε, τις υπό κατασκευή φυλακές στην Τσιάπας δένοντας τους επιστάτες ενώ στις αρχές του Αυγούστου βόμβες έσκασαν στο εμπορικό κέντρο Plaza del Valle, στην Οαχάκα.

Η αντίδραση των ανταρτών, ακόμα και για όσους από τους παλιούς αντάρτες στην χώρα πιστεύουν πως ο ένοπλος αγώνας είναι αδιέξοδος , φάνηκε κατανοητή. Στο Μεξικό ύστερα από τις τελευταίες εκλογές-πραξικόπημα και ειδικά μετά την αιματηρή καταστολή της εξέγερσης στην Οαχάκα, είναι πασίγνωστο πως οι κρατικές αρχές έχουν ξανά-ξεκινήσει τον βρώμικο πόλεμο των απαγωγών και των εξαφανίσεων αγωνιστών. Μια μέθοδος προσφιλής στην δεκαετία του εβδομήντα όταν εκατοντάδες αριστεροί δολοφονήθηκαν από τις στρατιωτικές και αστυνομικές συμμορίες. Η έκπληξη όμως ήταν πως ενώ αρκετοί πίστευαν πως το EPR, που εμφανίστηκε το 1996, την ημέρα της επετείου της σφαγής 17 επαναστατημένων αγροτών στην Aguas Blancas, στην πολιτεία Γκερέρο στις 28 του Ιούνη του 1995, είχε αποδυναμωθεί, έδειξε πως διαθέτει ακόμη αρκετή ισχύ και υποστήριξη. Οι ρίζες του συνεχίζουν να ποτίζονται από τις θεαματικές κοινωνικές ανισότητες και τις πολιτικές που εξυπηρετούν μια μικρή πλειοψηφία που πλουτίζει πάνω σε έναν ωκεανό μιζέριας.

* Για το κλίμα που επικρατεί στο Μεξικό , ενδεικτικό είναι πως το πιο δημοφιλές φιλμ , που πουλιέται σε cd στους δρόμους, είναι το The Violin”, του Francisco Vargas.( 2006-98’) Στην ταινία ο γερο-Πλούταρχο , ο γιος του Τζενάρο και ο εγγονός του Λούσιο, ζούνε διπλή ζωή. Την ημέρα είναι μουσικοί και το βράδυ βοηθάνε τους αντάρτες της επαρχίας Γκερέρο που αγωνίζονται για την απελευθέρωση των αγροτών από την καταπίεση, στην δεκαετία του Εβδομήντα. Ο γερο-Πλούταρχο όταν οι στρατιωτικοί καταλαμβάνουν το χωριό αντιστέκεται έχοντας ένα βιολί στο χέρι. (Περισσότερα για το φιλμ στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.filmmovement.com/downloads/press/THE_VIOLIN_FM_Press_Kit.pdf)

22 Σεπ 2007

ΕΙΚΟΝΕΣ… ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ

Εργάτης στα ναυπηγεία NAGISA στην Χιχόν της Ισπανίας, μπροστά από φλεγόμενο οδόφραγμα. Οι εργαζόμενοι απεργούν και διαμαρτύρονται για τις επερχόμενες μαζικές απολύσεις, μετά την απόφαση της εταιρείας να βάλει λουκέτο τον επόμενο χρόνο.



Απεργοί εργάτες ορυχείων στον κεντρικό Ατλα, στο Μαρόκο διαδηλώνουν. Στο ορυχείο Jbel Awam, διακόσιοι εργάτες απεργούσαν από τις 4 του Ιούλη, ζητώντας καλύτερες αμοιβές και ασφαλείς συνθήκες εργασίας για να αποφεύγονται τα ατυχήματα που γίνονται σχεδόν με συχνότητα δεκαπέντε τον μήνα. Τα χαράματα της 14 του Σεπτέμβρη, αστυνομικές δυνάμεις επιτέθηκαν στον καταυλισμό τους και συνέλαβαν 29 από αυτούς.



Το πανό γράφει πως το τείχος είναι τρομοκρατία. Άοπλοι Ιρακινοί διαμαρτύρονται μπροστά σε πάνοπλους Αμερικάνους στην Βαγδάτη, ενάντια στην κατασκευή τείχους ανάμεσα σε δύο συνοικίες της πόλης, για λόγους… ασφαλείας!

*Η στήλη βρέθηκε απροετοίμαστη στις χρονικές απαιτήσεις της έκδοσης. Έχασε τον βηματισμό της εξαιτίας της παρεμβολής των εκλογών. Για τους φανατικούς αναγνώστες της και με την βοήθεια των ειδησεογραφικών πρακτορείων αυτήν την φορά κάλυψε τον χώρο της, με μερικές από τις πολλές εικόνες της αντίστασης που εκτυλίσσεται καθημερινά σε πολλές αθέατες γωνιές του κόσμου

8 Σεπ 2007

Kokyangak, Κιργισία. Μια ημέρα με τον μικρό Μπακίτ



Η Kokyangak είναι μια μικρή πόλη δέκα χιλιάδων, πάνω-κάτω κατοίκων σφηνωμένη πάνω στα βουνά, στη νοτιοδυτική Κιργισία, στο ομπλάστ του Τζαλαλαμπάντ, ανάμεσα σε αλπικές λίμνες, εκτεταμένα δάση καρυδιάς και πηγές μεταλλικών νερών. Στα χρόνια που η περιοχή και όλη η χώρα ήταν τμήμα της Σοβιετικής Ένωσης, η πόλη ζούσε κυρίως από το μεγάλο ανθρακωρυχείο που υπάρχει δίπλα της και το οποίο έβγαζε χιλιάδες τόνους το χρόνο κάρβουνο για τις ανάγκες της βιομηχανίας.


Σε αυτήν την πόλη γεννήθηκε ο δωδεκάχρονος Μπακίτ, που αντί για το σχολείο είναι αναγκασμένος κάθε ημέρα, όταν το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες, να κατεβαίνει στις σκοτεινές στοές του εγκαταλειμμένου ανθρακωρυχείου. Όπως και άλλα πολλά παιδιά, ο Μπακίτ σκάβει τα τοιχώματα των στοών από το πρωί ως αργά το απόγευμα και η καθημερινή αμοιβή του δεν ξεπερνά τα εκατό σόμς, δηλαδή κάτι λιγότερα από δύο αμερικάνικα δολάρια. Με αυτά βοηθάει την άνεργη και άρρωστη μητέρα του που η σύνταξη που παίρνει δεν ξεπερνά τα δέκα δολάρια, την κατάκοιτη γιαγιά του και την αδερφή του που ανέλαβε να τις φροντίζει. Τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια του δουλεύουν και αυτά στο ορυχείο και κάνουν δουλειές του ποδαριού για να συντηρούνται, μιας και ο πατέρας τους έφυγε από το σπίτι δίχως να ασχολείται με τη φροντίδα τους.



Οι μονογονεϊκές οικογένειες στην Kokyangak δεν είναι λίγες. Η ανεργία και τα συνακόλουθα οικονομικά προβλήματα είναι ο κυριότερος παράγοντας για τη διάλυση των οικογενειών. Μόνο στην πόλη υπολογίζονται σε δύο χιλιάδες οι καταγραμμένοι άνεργοι αν και στην πραγματικότητα ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος. Στην περιοχή, και γενικά στην νότια Κιργισία, είναι διαδεδομένο το φαινόμενο των ανήλικων παιδιών-ανθρακωρύχων που σέρνονται μέσα στις ασυντήρητες και επικίνδυνες στοές για να συμπληρώσουν το οικογενειακό εισόδημα. Μελέτες υπολογίζουν πως το ένα τρίτο των οικογενειακών εσόδων των φτωχών Κιργίσιων, τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο προέρχεται από την παιδική εργασία. Στη χώρα δεν υπάρχουν επίσημες στατιστικές για την έκταση της παιδικής εργασίας αλλά ξένοι οργανισμοί και αποστολές που την επισκέφτηκαν τα τελευταία χρόνια και έκαναν έρευνες επιμένουν πως η παιδική εργασία έχει αυξηθεί εκρηκτικά στα χρόνια της ανεξαρτησίας ύστερα από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Ειδικά στο Μπισκέκ αλλά και άλλα αστικά κέντρα, στα οποία συρρέουν οι απελπισμένοι εσωτερικοί μετανάστες για αναζήτηση δουλειάς, είναι πολύ εύκολο να συναντήσει κανείς σε κάθε γωνιά ανήλικα παιδιά να δουλεύουν στους δρόμους, σαν αχθοφόροι, λούστροι, καθαριστές κ.λπ. Ειδικά στο Ος Παζάρ, στο κέντρο της πόλης, αλλά και σε άλλα πολυσύχναστα σημεία για ελάχιστα σόμς ο καθένας μπορεί να βρει πρόθυμα παιδιά να κάνουν κάθε είδους δύσκολη δουλειά.

Βίαια αποχωρισμένη από τον ενιαίο παραγωγικό και οικονομικό ιστό της Σοβιετικής Ένωσης, δίχως να έχει το πλούσιο υπέδαφος, ειδικά σε υδρογονάνθρακες, άλλων αποσχισμένων δημοκρατιών, η Κιργισία έχει βυθιστεί σε μια μακρόχρονη οικονομική βαρυχειμωνιά που την πληρώνουν, όπως πάντα γίνεται, οι πιο φτωχές ομάδες του πληθυσμού και ειδικά τα παιδιά και οι ανήμποροι.

* Αναλυτικά στοιχεία για την έκταση και τις μορφές της παιδικής εργασίας στην χώρα περιέχονται σε μια έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, που δημοσιεύτηκε το 2001 στο Μπισκέκ, με τίτλο «Child Labour in Kyrgyzstan». Εικόνες από την καθημερινή ζωή του Μπακίτ στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.childhoodpoverty.org/index.php?action=kyrgyzstanfilm, στην οποία υπάρχουν δύο μικρά μονόλεπτα φιλμ για αυτόν.

1 Σεπ 2007

Βρινταβάν-Βόρεια Ινδία. Η πόλη των χηρών



Το Βρινταβάν , για εκατομμύρια Ινδούς πιστούς του Κρίσνα είναι τόπος που μπορεί κανείς να έρθει πιο κοντά στους θεούς, σε ένα καταπράσινο και γαλήνιο περιβάλλον στις όχθες του Γιαμούνα, περίπου εκατόν πενήντα χιλιόμετρα στα νότιο-ανατολικά του Δελχί. Δώδεκα χιλιόμετρα από την δίδυμη ιερή πόλη Μαθούρα , η οποία θεωρείται ο τόπος γέννησης του θεού, στο κρατίδιο Ουτάρ Πραντές στην βόρεια Ινδία, η πόλη των εξήντα περίπου χιλιάδων κατοίκων, έχει πάνω από πέντε χιλιάδες ναούς και στα αιωνόβια δάση που την περιβάλλουν πιστεύεται πως ο Κρίσνα ενηλικιώθηκε παίζοντας με τους φίλους του , κλέβοντας τα ρούχα των κοριτσιών που έκαναν μπάνιο και παλεύοντας με τους δαίμονες. Όποιος ζήσει και κυρίως πεθάνει σε αυτήν την πόλη, πιστεύεται πως καταφέρνει να σπάσει τον κύκλο της ζωής και του θανάτου και κερδίζει μόνιμη και ευτυχισμένη κατοικία στον ουρανό.
Αυτήν την πόλη και τους περιβόλους των ναών της, αναγκάστηκαν να διαλέξουν για καταφύγιο, εδώ και αιώνες οι γυναίκες που χάνοντας τους συζύγους τους και μένοντας χήρες, θεωρούνται απόβλητες από τους συγγενείς τους , μιας και οι παραδόσεις και οι δοξασίες τις θεωρούν υπεύθυνες για τον θάνατο και βάρος για τα φτωχά νοικοκυριά. Παλιότερα η έπρεπε να ακολουθήσουν στον θάνατο τον άντρα τους η να παντρευτούν τον αδερφό του. Παρά τις κοινωνικές αλλαγές των τελευταίων δεκαετιών , ιδιαίτερα στην ύπαιθρο, αυτές οι γυναίκες αντιμετωπίζονται περίπου με τον ίδιο τρόπο. Γύρω στις είκοσι χιλιάδες υπολογίζονται οι χήρες που ζούνε σαν φαντάσματα στους δρόμους της πόλης, οι πιο πολλές σε μικρές κοινότητες και στοιβαγμένες σε μικρά άθλια δωμάτια. Τυλιγμένες με λευκά σάρια και συνήθως με ξυρισμένο κεφάλι ζητιανεύουν η για λίγες ρουπίες τραγουδούν θρησκευτικούς ύμνους και απευθύνουν ικεσίες και προσευχές στους θεούς, για λογαριασμό των χιλιάδων επισκεπτών που κατακλύζουν τους ναούς της πόλης.
Γραμμένο πριν χίλια περίπου χρόνια το Skanda Purana, ένα από τα δεκαοκτώ, και το μεγαλύτερο σε έκταση, ινδικό θρησκευτικό κείμενο, περιγράφει τις χήρες γυναίκες σαν μια από τις πιο άτυχες καταστάσεις που μπορεί να συμβούν στην ζωή του άνθρώπου . Από τότε ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει στις κατώτερες κοινωνικά ομάδες της χώρας όσο αφορά την αντιμετώπιση αυτών των γυναικών. Υποκινούμενος από την απόλυτη ένδεια και την γενικευμένη αμορφωσιά, ο εξοστρακισμός αυτών των γυναικών ντύνεται με θρησκευτικές δοξασίες και προλήψεις και όχι λίγες φορές είναι σκληρός και απάνθρωπος. Ακόμα και οι σκιές αυτών των γυναικών, σύμφωνα με τις διαδεδομένες προλήψεις, φέρνουν ατυχία σε όσους πέσουν επάνω τους. Το υποτιθέμενο καταφύγιο στο Βρινταβάν, θρησκευτικά μπορεί να συνδέεται με τα πονηρά παιδικά παιγνίδια του Κρίσνα που παραπλάνησε χιλιάδες νεαρές γυναίκες, αλλά οι χήρες που αφιερώνονται στον θεό ούτε χαρούμενες και ανέμελες κοπέλες είναι όπως λέει ο μύθος ούτε έρχονται κυρίως για να τον υπηρετήσουν και να βρούνε τον δρόμο προς τον ουρανό. Έρευνες έδειξαν πως οι χήρες , οι περισσότερες από τα χωριά του Ουταρ Πραντές και της Δυτικής Βεγγάλης, παντρεμένες οι πιο πολλές σε άγουρη ηλικία, στην ουσία διώχτηκαν από τα σπίτια και τις οικογένειες τους για να μην είναι οικονομικό βάρος. Και όσες διαλέγουν το Βρινταβάν η άλλα θρησκευτικά κέντρα το κάνουν κυρίως για λόγους βιοπορισμού Οι μελέτες αυτές μάλιστα επισημαίνουν πως η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και οι πολιτικές καταστροφής της παραδοσιακής αγροτικής οικονομίας που συνοδεύουν την Ινδία στην είσοδο της στον 21ο αιώνα , έχουν αυξήσει τα περιστατικά εξοστρακισμού αυτών των γυναικών, που υπολογίζονται σε σαράντα εκατομμύρια σε όλη την χώρα.
* Η ζωή τεσσάρων γυναικών που είναι χήρες και ζουν στον ναό της ιερής πόλης Βαρανάσι διαταράσσεται, όταν μια από αυτές θα προσπαθήσει να ξεφύγει από τον κοινωνικό αποκλεισμό που επιβάλει η ινδική κοινωνία στις γυναίκες της ίδιας κατηγορίας. Είναι το θέμα του φιλμ « Water» ,( συμπαραγωγή Ινδίας και Καναδά, 2006) της Ντίπα Μέχτα, που έκανε αίσθηση διεθνώς, δημοσιοποίησε την ζωή αυτών των γυναικών και προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 2007. Επίσης σημαντική προσφορά για να βγούνε αυτές οι γυναίκες από την αφάνεια πρόσφερε η φωτογραφική δουλειά του Fazal Sheikh, που συγκεντρώθηκε μαζί με κείμενα στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 2005 , με τον τίτλο « Moksha» και του έδωσε το βραβείο Henri Cartier – Bresson.